Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2025

Πρόσκληση σε Γενική Συνέλευση των μελών του Συλλόγου

Το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου Βελιωτών "Η Αγία Μαρίνα" καλεί τα Μέλη του σε Τακτική Γενική Συνέλευση το Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2025 και ώρα 18:00 μ.μ. στην αίθουσα του Κ.Α.Π.Η. Βέλου.

Τα θέματα της Γενικής Συνελεύσεως είναι:

1. Λογοδοσία του Διοικητικού Συμβουλίου έτους 2024,
2. Οικονομικός Απολογισμός έτους 2024,
3. Έκθεση Έγκριση Εποπτικού Συμβουλίου έτους 2024,
4. Έγκριση Ισολογισμού έτους 2024,
5. Καθορισμός Πλαισίου Δράσεων έτους 2025,
6. Προϋπολογισμός έτους 2025,
7. Διάφορα Θέματα και Προτάσεις από τα Μέλη.

Η παρουσία σας είναι απαραίτητη για την ομαλή διεξαγωγή της συνέλευσης και την επίτευξη των σκοπών του Συλλόγου εν γένει.

Με εκτίμηση,
το Διοικητικό Συμβούλιο

Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2025

Ξενάγηση στις Βυζαντινές Εκκλησίες του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας
Μέρος 4: Εισόδια της Θεοτόκου - Καπνικαρέα

Η περιήγηση ολοκληρώθηκε με τον Ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου στην Ερμού. 

Κείμενο-Επιμέλεια: Ιωάννης Σ. Χρυσικόπουλος 

Το γνωστό σε όλους βυζαντινό εκκλησάκι της Καπνικαρέας, βρίσκεται στον εμπορικότερο δρόμο του ιστορικού κέντρου της Αθήνας, στην οδό Ερμού. Καθημερινά, χιλιάδες Αθηναίοι προσπερνάνε αδιάφοροι το μικρό αυτό διαμάντι της Βυζαντινής αρχιτεκτονικής, αγνοώντας την ανεκτίμητη αξία του.

Η επικρατούσα ονομασία του ναού ως «Παναγία της Καπνικαρέας» απαντάται σε πολλές ανά τους αιώνες πηγές μεταξύ πολλών ονομάτων, όπως: Καμουκαρέα, Καμηκαρέα, Χρυσοκαμουκαριώτισσα, Καμουχαριώτισσα, Καμκαρέα, Καμουχαρέα, Χαμουκαρέα (από ένα είδος υφάσματος μπροκάρ που πουλούσαν τα γύρω μαγαζιά), Παναγία της Βασιλοπούλας (από την Αθηναία αυτοκράτειρα Ευδοκία), Παναγία του Πρέντζα (από το ομώνυμο οπλαρχηγό του 1821 μ.Χ) κ.ά.. 

Το όνομα της εκκλησίας πιθανότατα προέρχεται από τον κτήτορα του ναού, ο οποίος ως «καπνικάριος» στα χρόνια του Βυζαντίου, εισέπραττε τον αντίστοιχο φόρο οικοδομών. Ο καπνικός φόρος, ήταν ο φόρος καπνοδόχου, αφορούσε δηλαδή τις κατοικημένες οικοδομές, από τις οποίες έβγαινε καπνός από στην εστία που χρησιμοποιείτο για θέρμανση ή μαγείρεμα. Είναι φύσει αδύνατον να προσδιοριστούν με χρονολογική ακρίβεια τα ιστορικά μνημεία της μεσοβυζαντινής εποχής στην Αθήνα, καθότι υπάρχει σημαντική έλλειψη γραπτών πηγών. Παρά ταύτα η ιστορία του φέρεται να είναι μακρά και να έχει αναγερθεί τμηματικά σε διαφορετικές εποχές. 

Σύμφωνα με την παράδοση η Καπνικαρέα ανεγέρθη στη θέση παλαιότερης εκκλησίας, που είχε κτίσει η Ευδοκία η Αθηναία, σύζυγος του αυτοκράτορα Θεοδόσιου του Μικρού. Η Ευδοκία, κατά το έθος της εποχής εκείνης, είχε κτίσει την αρχική εκκλησία πάνω στα θεμέλια αρχαίου ελληνικού ναού, αφιερωμένου στην θεά Δήμητρα ή Αθηνά.

Κατά την επανάσταση του 1821 και συγκεκριμένα κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της πόλεως των Αθηνών (1826-1827 μ.Χ.), η εκκλησία υπέστη πολλές φθορές. Κανονιοβολισμοί από τον ιερό βράχο της ακροπόλεως κατέστρεψαν εκτός των άλλων, σχεδόν ολοσχερώς, το παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας. Την ανακατασκευή του την ανέλαβε ιδίοις εξόδοις ο οπλαρχηγός του 1821 Ιωάννης Πρέντζας, με αποτέλεσμα οι σύγχρονοί του Αθηναίοι να αποδίδουν την επονομασία «Παναγία του Πρέντζα» στο όλο συγκρότημα 

Το 1834 μ.Χ. ο Ναός κινδύνεψε με κατεδάφιση επειδή γινόταν η διάνοιξη της οδού Ερμού. Τελικά σώθηκε ως εκ θαύματος την τελευταία στιγμή κυριολεκτικά, χάρη στην επέμβαση του φιλέλληνα πατέρα του Όθωνα, βασιλιά της Βαυαρίας, Λουδοβίκου. 

Τον ίδιο κίνδυνο, όμως, αντιμετώπισε και αργότερα εξαιτίας της κυβερνητικής απόφασης της 20ης Αυγούστου του 1863 μ.Χ., η οποία όμως τελικά ακυρώθηκε χάρη στην παρέμβαση του τότε Μητροπολίτη Αθηνών, Θεοφίλου Α΄ Βλαχοπαπαδόπουλου.

Η ψηφιδωτή παράσταση της Παναγίας στο πρόπυλο φέρουσα την επιγραφή «Η Χαρα των Θλιβομένων» ψηφοθετήθηκε το 1936 μ.Χ. από την Έλλη Βοΐλα.

Μετά από λίγα χρόνια, το 1942 μ.Χ., ξεκίνησε και η εικονογράφηση του ναού από τον Φώτη Κόντογλου και τους μαθητές του. Συγκεκριμένα οι τοιχογραφίες του ιερού και του τρούλου αποδίδονται στον μάστορα της Βυζαντινής τέχνης κυρ. Φώτη Κόντογλου, ενώ στις υπόλοιπες επιφάνειες δούλεψαν σε μεγάλο βαθμό οι μαθητές του.

Καπνικαρέα (Εισόδια της Θεοτόκου)

Η εκδρομή μας ολοκληρώθηκε με επίσκεψη στο γιορτινό ΚΠΙΣΝ (Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος) και τον προγραμματισμό της επόμενης εξόρμησης.

Πηγές:

1. Βυζαντινές εκκλησίες της Αθήνας. Σοφία Ν. Σφυρόερα. Εκδόσεις Πεδίο αποκλειστικά για την εφημερίδα "Κιβωτός της Ορθοδοξίας"
2. Βυζαντικός Περίπατος στην Αθήνα μας (www.byzantineathens.com)
3. ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ (Καπνικαρέα)

Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2025

Ξενάγηση στις Βυζαντινές Εκκλησίες του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας
Μέρος 3: Γοργοεπήκοος - Άγιος Ελευθέριος Μητροπόλεως

Απτόητοι από την βροχή που ξεκίνησε, κατευθυνθήκαμε στον ναό του Αγίου Ελευθερίου, δίπλα στην Μητρόπολη. 

Κείμενο-Επιμέλεια: Ιωάννης Σ. Χρυσικόπουλος 

Είναι ένα κομψό κτίσμα, δίπλα στη Μητρόπολη, που σώζεται στην αρχική του μορφή και η ακριβής του χρονολόγηση είναι δύσκολη, καθότι δεν είναι οικοδομημένο με την τυπική για την εποχή πλινθοπερίκλειστη τοιχοδομία. Υπάρχουν πολλές θεωρίες χρονολόγηση με πιο πιθανή αυτή της ανεγέρσεως στο δεύτερο μισό του 12ο αιώνα μ.Χ. 

Στις εξωτερικές του μαρμάρινες επιφάνειες φέρει εντοιχισμένες ανάγλυφες πλάκες διαφορετικών εποχών (Αρχαϊκών, Ρωμαϊκών, πρωτοχριστιανικών χρόνων). Θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς το εκκλησάκι αυτό υπαίθριο μουσείο τέχνης της αρχαιότητας στο κέντρο της πολύβουης Αθήνας. Φανερώνει την συνέχεια του ελληνικού πολιτισμού, αφού στον ίδιο χώρο ενσωματώνονται τόσο αρμονικά το αρχαίο ελληνικό με το χριστιανικό στοιχείο. 

Σήμερα αποτελεί παρεκκλήσι της Μητροπόλεως Αθηνών και χρησιμοποιείται για τέλεση μυστηρίων και προσκύνηση σορών επισήμων προς πάνδημο ασπασμό. Ο ναός πανηγυρίζει στις 15 Δεκεμβρίου (εορτή του Αγίου Ελευθερίου και της μητέρας του Ανθίας), ενώ παλαιότερα εόρταζε στις 15 Αυγούστου (Κοίμηση της Θεοτόκου).

Ο ναός πιθανολογείται ότι έχει κτισθεί πάνω στα ερείπια ενός αρχαίου ναού, που ήταν αφιερωμένος στη Θεά του τοκετού Ειλειθυία. Η έλλειψη γραπτών πηγών και η απουσία πλινθοπερίκλειστου τρόπου δομήσεως έχουν δημιουργήσει έριδες μεταξύ των ειδικών για την ακριβή χρονολόγησή του. Πιο πιθανή πάντως θεωρείται η ανέγερσή του στα τέλη του 12ο αιώνα μ.Χ., ενώ θεωρίες περί οικοδομήσεώς του τον 6, 7, 9, 10 αιώνα ή ακόμα 13 αιώνα μ.Χ. τείνουν να αποκλειστούν.

Κατά μια μερίδα ιστορικών η κατασκευή του σχετίζεται με τον μητροπολίτη Αθηνών (1182-1204 μ.Χ.) Μιχαήλ Χωνιάτη, που ως φορέας της κλασσικής παιδείας αγαπούσε ιδιαίτερα το αρχαίο παρελθόν της πόλης. Πάντως σε οποιαδήποτε περίπτωση ο κτήτορας του ναού ένιωθε θαυμασμό για τις αισθητικές αξίες του αρχαίου κόσμου και συγκέντρωσε όσα γλυπτά μπορούσε προκειμένου να τα αναδείξει σε ένα είδος υπαίθριου μουσείου εντοιχισμένου στις πλευρές της εκκλησίας.

Ναός Θεοτόκου Γοργοεπήκοου και Αγίου Ελευθερίου

Αρχικά η εκκλησία ήταν αφιερωμένη στην Παναγία τη Γοργοεπήκοο, το Γοργοπήκο του Αθηναϊκού λαού, δηλαδή τη Θεοτόκο που γρήγορα και αποτελεσματικά ακούει τις προσευχές των πιστών.

Κατά την βυζαντινή εποχή δεν υπήρχαν οργανωμένα νεκροταφεία στην Αθήνα. Οι κάτοικοι της εποχής συνήθιζαν να ενταφιάζουν τους κεκοιμημένους τους στα προαύλια των ενοριών τους. Ο συγκεκριμένος ναός δεν αποτέλεσε εξαίρεση, με αποτέλεσμα πολλές ταφόπλακες (κάποιες εξ αυτών της γνωστής Αθηναϊκής οικογενείας των Μπενιζέλων και δη της Αγίας Φιλοθέης) να έχουν βρεθεί στο προαύλιο χώρο του ναού. Οι ταφόπλακες αυτές απομακρύνθηκαν οριστικά από το χώρο στα τέλη του 19ου αιώνος μ.Χ..

Κατά την δημιουργία του πρώτου ελληνικού ανεξάρτητου κράτους, η έλλειψη δημόσιων κτιρίων, οδήγησε τους Βαυαρούς στην βάρβαρη απόφαση να χρησιμοποιήσουν αρκετές εκκλησίες, που ευρίσκοντο τότε σε καλή κατάσταση για κρατικές ανάγκες. Έτσι ο μικρός αυτός ναός από το 1834 έως το 1839 μ.Χ. χρησιμοποιήθηκε ως αποθήκη αρχαιοτήτων, ενώ από το 1839 έως το 1862 μ.Χ. μετετράπη σε Δημόσια Βιβλιοθήκη.

Κατά το 1842 μ.Χ. και εντεύθεν που γίνεται η θεμελίωση του σημερινού Μητροπολιτικού Ναού της Αθήνας (περατώθηκε μετά από 20 χρόνια), πλήθος αρχιτεκτόνων, τεχνιτών και κτιστών που επισκέφτηκαν το χώρο, αναγνώρισαν την σπουδαία ιστορική και αρχιτεκτονική αξία του ναού με συνέπεια να επιμεληθούν την συντήρησή του.

Το 1860 μ.Χ. μετατρέπεται σε παρεκκλήσι του μητροπολιτικού ναού των Αθηνών. Από τότε χρησιμοποιείται η ειρωνική - πειρακτική φράση για τα ζευγάρια με μεγάλη υψομετρική διαφορά ότι ομοιάζουν με την Μητρόπολη και τον Άγιο Ελευθέριο.

Το 1861 μ.Χ., η Εκκλησία, έπειτα από την αποτυχημένη δολοφονική απόπειρα κατά του βασιλέως Όθωνα το βράδυ της 6ης Σεπτεμβρίου (κατά τον εσπερινό του Αγίου Σώζωντος) και προτάσει της βασίλισσας Αμαλίας, μετονομάζεται σε Άγιο Σώζωντα.

Το 1863 μ.Χ., ο ναός αφιερώνεται στον Άγιο Ελευθέριο με αφορμή την έξωση του Όθωνα και την λήξη της Βαυαροκρατίας στην Ελλάδα. Η σύνδεση του Αγίου Ελευθερίου με την ιστορία της Αθήνας είναι διττή. Αφενός συνδέεται με την απελευθέρωση της πόλεως από τους Τούρκους - Βαυαρούς και αφετέρου συνδέεται με την αρχαία Ελλάδα, καθότι ο Βυζαντινός Ναός του Αγίου Ελευθερίου και προστάτου των εγκύων γυναικών οικοδομήθηκε στα θεμέλια του αρχαιϊκού ναού της θεότητας του τοκετού Ειλειθυίας. Εσωτερικά ελάχιστα σπαράγματα τοιχογραφιών σώζονται, τόσο αποσπασματικά, που ούτε να ταυτιστούν ούτε να χρονολογηθούν μπορούν, ενώ το τέμπλο είναι σύγχρονο.

Στο ναό υπήρχαν τα λείψανα και η παλαιότερη εικόνα από το 1703 της Αγίας Φιλοθέης που σήμερα φυλλάσονται στην Μητρόπολη.

Βαδίζοντας για τον ναό του Αγίου Ελευθερίου, στην οδό Αδριανού 96 συναντήσαμε με ευχάριστη έκπληξη το παλαιότερο σωζόμενο σπίτι της Αθήνας, το οποίο ήταν της οικογένειας Μπενιζέλου. Μέλος της οικογένειας ήταν η οσία Φιλοθέη.

"Το πιο παλιό σπίτι της Αθήνας" (Αρχοντικό Μπενιζέλων)

Πηγές:

1. Βυζαντινές εκκλησίες της Αθήνας. Σοφία Ν. Σφυρόερα. Εκδόσεις Πεδίο αποκλειστικά για την εφημερίδα "Κιβωτός της Ορθοδοξίας"
2. Βυζαντικός Περίπατος στην Αθήνα μας (www.byzantineathens.com)
4. Το αρχοντικό των Μπενιζέλων (https://archontiko-mpenizelon.gr)

Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2025

Ξενάγηση στις Βυζαντινές Εκκλησίες του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας
Μέρος 2: Άγιος Νικόλαος Ραγκαβά

Στην συνέχεια, επισκεφθήκαμε τον ναό του Αγίου Νικολάου Ραγκαβά, στην οδό Πρυτανείου 1 και Τριπόδων στην Πλάκα.

Κείμενο-Επιμέλεια: Ιωάννης Σ. Χρυσικόπουλος

Ο ναός του Αγίου Νικολάου Ραγκαβά βρίσκεται βορειοανατολικά της Ακρόπολης και συγκεκριμένα επί της οδού Πρυτανείου, λίγο παρακάτω από την περιοχή Αναφιώτικα της Πλάκας. Η περιοχή αυτή στα βυζαντινά χρόνια, αποτελούσε την αριστοκρατικότερη συνοικία της πόλεως. Ο ναός κυριολεκτικά στηρίζεται στους πρόποδες του βράχου της Ακροπόλεως, αγναντεύοντας το λόφο του Λυκαβηττού. 

Οι ειδικοί τοποθετούν το ναό στον 11ου αιώνα μ.Χ., εξαιτίας των αρχιτεκτονικών και διακοσμητικών χαρακτηριστικών του, όντας παρόμοιος με άλλες εκκλησίας της ίδιας εποχής (Αγίων Αποστόλων, Σώτειρας του Λυκοδήμου). Ανά τους αιώνες υπέστη σημαντικές αλλαγές και προσθήκες, χάνοντας τον αρχικό του βυζαντινό χαρακτήρα Ευτυχώς, το 1979 μ.Χ., η Αρχαιολογική Υπηρεσία το αποκατέστησε στην σημερινή του μορφή.

Σύμφωνα με γραπτές πηγές, το «Ραγκαβάς» υπήρξε το επώνυμο γνωστής οικογενείας της Αθήνας και της Κωνσταντινουπόλεως, των Βυζαντινών χρόνων. Πιο επιφανές μέλος της οικογενείας αυτής, ανεδείχθη ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Ραγκαβάς ο Α΄ (811 – 813 μ.Χ.). Η σημαντικότητα και η ακτινοβολία του ναού στη Μεσαιωνική Αθήνα ήταν τέτοια, που ονοματοθέτησε την γύρω περιοχή και την κοντινή είσοδο του τότε αμυντικού τείχους της Αθήνας. 

Κατά μία θεωρία, μη αποδεκτή από την πλειοψηφία των αρχαιολόγων πάντως, η αρχική εκκλησία χτίστηκε τον 9ο αιώνα μ.Χ., από τον υιό του αυτοκράτορα Μιχαήλ του Α΄ Ραγκαβά, Θεοφύλακτο, πάνω σε αρχαίο ναό. Εξ’ ου και το κιονόκρανο ιωνικού ρυθμού, που απαντάται στη βορειανατολική πλευρά του σημερινού ναού και το ανεστραμμένο κιονόκρανο εξελιγμένου κορινθιακού τύπου, που στηρίζει την Αγία Τράπεζα. Ο αρχικός κατεστράφη ολοσχερώς από άγνωστη αιτία και ανεγέρθη εκ βάθρων διακόσια χρόνια αργότερα κατά την εποχή της ακμής της Αθήνας.

Σε οποιαδήποτε περίπτωση ο σημερινός ναός χρονολογείται στον 11ο αιώνα μ.Χ., και αρχικά υπήρξε ιδιωτικός. Ανεγέρθη από την σπουδαία βυζαντινή οικογένεια των «Ραγκαβάδων», που διέμενε τόσο στην Αθήνα όσο και στην Κωνσταντινούπολη. Επιπλέον, στην περιοχή του Αγίου Νικολάου πιστεύεται ότι κατοικούσαν και εκκλησιάζονταν οι μετέπειτα αυτοκράτειρες Ειρήνη και Θεοφανώ, οι Αθηναίες, καθότι αποτελούσε το αριστοκρατικότερο τμήμα της πόλεως.

Το 1687 μ.Χ. κατά την πολιορκία της πόλεως των Αθηνών από το Μοροζίνι, μια οβίδα έπληξε το Ιερό Βήμα του ναού, πίσω από την Αγία Τράπεζα, κατά την προσπάθεια ανακατάληψης της Αθήνας από τους Τούρκους. Η ζημιά αυτή αποκαταστάθηκε άμεσα.

Μεταεπαναστατικά, το 1838 μ.Χ., πραγματοποιήθηκαν εργασίες συντηρήσεως και επεκτάσεως του ναού δυτικά, προκειμένου να καλυφθούν οι ενοριακές ανάγκες της περιοχής. Δυστυχώς, όμως κατά την περίοδο αυτή ο ναός υπέστη σοβαρές αλλοιώσεις σε σημείο, που σχεδόν να χαθεί η βυζαντινή του καταγωγή. Εκτός των άλλων, προστέθηκε ο νάρθηκας, το κωδωνοστάσιο, το βόρεια παρεκκλήσι της Αγίας Παρασκευής και ο γυναικωνίτης του σημερινού ναού. 

Συγκεκριμένα οι εξωτερικές αψίδες του Ιερού Βήματος περιεβλήθησαν με ακαλαίσθητη αντηρίδα, όλη η τοιχοδομία καλύφθηκε με σοβά, ενώ ακόμα και ο βυζαντινός Αθηναϊκός τρούλος επικαλύφθηκε με μαύρα φύλλα μόλυβδου! Ταυτόχρονα, κατασκευάσθηκε και το σημερινό ξύλινο τέμπλο, τοποθετημένο γύρω στα 50 εκατοστά πιο δυτικά σε σχέση με το αρχικό, με συνέπεια οι δύο ανατολικοί κίονες του ναού να βρίσκονται μέσα στο Ιερό Βήμα. Οι οικοδόμοι της εποχής θεώρησαν αναγκαίο για την καλύτερη στήριξη της εκκλησίας την προσθήκη δύο επιπλέον κιόνων πλάι στους προϋπάρχοντες. Τότε ήταν που ήχησε για πρώτη φορά μετά από τα 400 περίπου χρόνια σκλαβιάς, ο ήχος της καμπάνας στην ελεύθερη πλέον Αθήνα, από το καμπαναριό του Αγίου Νικολάου. Η ιστορική αυτή καμπάνα βρίσκεται σήμερα κρεμάμενη εντός του Ιερού ναού.

Ευτυχώς κατά τα έτη 1979-1980 μ.Χ. η Αρχαιολογική υπηρεσία πραγματοποίησε εργασίες συντηρήσεως και αναδείξεως του βυζαντινού αυτού μνημείου της Αθήνας και επανάφερε το ναό στην αρχική του μορφή κατά το μέτρο του δυνατού. Τότε αποκαλύφθηκαν αρκετά βυζαντινά στοιχεία του ναού, όπως ο τρούλος, η οροφή και η βόρεια πλευρά του. Συγκεκριμένα, κατά τις εργασίες απομακρύνσεως των φύλλων του τρούλου και στερέωσης του αποκαλύφθηκε σε ένα κιονίσκο του τρούλου, εγχάρακτη επικλητική επιγραφή μέλους της οικογένειας Ραγκαβά. Η επιγραφή αυτή συνέδεσε την παλαιά προφορική αθηναϊκή παράδοση πλέον και με ιστορικά στοιχεία, ότι ο ναός ανεγέρθη από την βυζαντινή οικογένεια «Ραγκαβά». 

Τέλος πρέπει να αναφερθεί ότι παλαιός αγιογραφικός διάκοσμος δεν σώζεται. Οι υπάρχουσες δυτικής τεχνοτροπίας τοιχογραφίες είναι της εποχής του Όθωνα, ενώ το δωδεκάορτο του τέμπλου του παρεκκλησίου της Αγίας Παρασκευής είναι και αυτό του 19ου αιώνα μ.Χ.

Άγιος Νικόλαος Ραγκαβά

Πηγές:
1. Βυζαντινές εκκλησίες της Αθήνας. Σοφία Ν. Σφυρόερα. Εκδόσεις Πεδίο αποκλειστικά για την εφημερίδα "Κιβωτός της Ορθοδοξίας"
2. Βυζαντικός Περίπατος στην Αθήνα μας (www.byzantineathens.com)

Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2025

Ξενάγηση στις Βυζαντινές Εκκλησίες του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας
Μέρος 1: Σωτήρα ή Σώτειρα του Λυκοδήμου

Το Σάββατο 21 Δεκεμβρίου, πραγματοποιήθηκε με επιτυχία η εκδρομή του συλλόγου, σε ορισμένες από τις βυζαντινές εκκλησίες του ιστορικού κέντρου.

Κείμενο-Επιμέλεια: Ιωάννης Σ. Χρυσικόπουλος

Ξεκινήσαμε από την εκκλησία της Αγίας Τριάδος, γνωστή ως Ρώσικη Εκκλησία. 

Στην συμβολή της οδού Φιλελλήνων και Αμαλίας χωμένη μέσα στα ψηλά κτίρια, μια διαφορετική εκκλησία κάνει αισθητή την παρουσία της μέσα στην πολύβουη Αθήνα. Είναι η Αγία Τριάδα, ή αποκαλούμενη Ρώσικη Εκκλησία με προσανατολισμό βορειοανατολικό, που ανήκει στο λεγόμενο οκταγωνικό τύπο του βυζαντινού ρυθμού.

Ο ναός αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα Βυζαντινά μνημεία του 11ου μ.Χ. αιώνα γενικότερα.

Η αρχαιολογική σκαπάνη έδειξε ότι επί αρχαιότητος στο σημείο αυτό υπήρχε ιερό αφιερωμένο στον Λύκειο Απόλλωνα. 

Επί της αυτοκρατορίας του Αδριανού (117 - 138 μ.Χ.), λειτουργούσε εκεί ρωμαϊκό λουτρό, το λεγόμενο βαλανείον. Η υδροδότηση του λουτρού γινόταν από έναν παραπόταμο του ποταμού Ηριδανού. 

Επί Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, την εποχή που τον αυτοκρατορικό θρόνο κατείχε η Ειρήνη η Αθηναία (780-802 μ.Χ.), επί του παλιού Βαλανείου ανεγέρθη μια μικρή χριστιανική εκκλησία. 

Αργότερα, κάπου τον 11ο αιώνα μ. Χ., δηλαδή 1015-1031 οικοδομήθηκε το γυναικείο Μοναστήρι, της Παναγίας Σωτήρας του Λυκοδήμου, στην ίδια θέση. Η Ρώσικη εκκλησία, όπως την γνωρίζουμε σήμερα, αποτελούσε το καθολικό του μοναστηριού αυτού.

Κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας (1204 μ.Χ. και εντεύθεν), η μονή πέρασε στα χέρια Λατίνων και κατοικήθηκε από βενέδικτους μοναχούς.

Το 1669 μ.Χ. περιήλθε και πάλι στον έλεγχο των Ορθοδόξων και λειτούργησε ως ανδρική Μονή.

Το 1687 μ.Χ. κατά την πολιορκία της πόλεως των Αθηνών από τους Ενετούς του Μοροζίνη, ο ναός υπέστη σοβαρές ζημιές από τους κανονιοβολισμούς. 

Το 1701 μ.Χ. ισχυρός σεισμός δεν κατάφερε να πλήξει την εκκλησία, παρά μόνο τα κελιά του μοναστηριού, που ανακατασκευάστηκαν άμεσα.

Το 1778 μ.Χ. η Μονή σταματάει να υφίσταται, καθώς ο βάναυσος Οθωμανός διοικητής της Αθήνας του 18ο αιώνος, Χατζή Αλή ή Χασεκής δίνει εντολή να κατεδαφιστεί πλήρως το σύνολο των κτιριακών εγκαταστάσεων της Μονής, πλην του καθολικού της. Ο λόγος της κατεδαφίσεως ήταν η χρησιμοποίηση των υλικών για την κατασκευή τείχους προστασίας της Αθήνας. Ο ναός εν συνεχεία γίνεται μετόχι της Μονής Καισαριανής.

Το 1827 μ.Χ. ο ναός πλήττεται εκ νέου κατά την διάρκεια της ελληνικής επαναστάσεως, δεχόμενος κανονιοβολισμούς από την έγκλειστη τουρκική δύναμη της Ακροπόλεως. Σχεδόν ολόκληρη η βορειοανατολική πλευρά, καθώς και μεγάλο τμήμα του τρούλου κατέρρευσαν τότε. Παρά ταύτα, το υπόλοιπο κτίριο με το μεσαιωνικό του τέμπλο διατηρήθηκε σε καλή κατάσταση.

Το 1847 μ.Χ. ο Ρώσος πρεσβευτής της Αθήνας ζήτησε από την ελληνική κυβέρνηση την παραχώρηση του ιερού ναού, προκειμένου να καλύψει τις λατρευτικές ανάγκες της ρωσικής παροικίας στη χώρα μας. Η αρχική σκέψη ήταν η πλήρης κατεδάφιση του ναού του Λυκοδήμου και η ανέγερση ενός νέου στη θέση του. Ευτυχώς, με την μεσολάβηση του αρχιμανδρίτη και καθηγητή της Ακαδημίας του Κιέβου Αντωνίνου, επικράτησε τελικά άποψη της αναστηλώσεως του και οι εργασίες άρχισαν άμεσα μέσα στο 1850.

Το 1855 μ.Χ. μετά από πολλές παύσεις, ολοκληρώνεται το έργο υπό την επίβλεψη των αρχιτεκτόνων Ιβάν Στρομ (Ρωσία), Τ. Βλασσοπούλου (Ελλάδα) και Φρ. Μπουλανζέ (Γαλλία). Κατά τις σωστικές εργασίες κρίθηκε απαραίτητο το κλείσιμο, εν όλω ή εν μέρει, όλων των εξωτερικών ανοιγμάτων και το κτίσιμο τοίχων στις τρεις πλευρές του κεντρικού τετραγώνου του ναού με σκοπό την υποστήριξη των μεγάλων τόξων, τα όποια έφεραν τον τρούλο. Αποτέλεσμα ήταν η συσκότιση του ναού, και η διάσπαση της ενότητάς του εσωτερικά. Κατά τα λοιπά, ο ναός στο σύνολό του αποκαταστάθηκε στην αρχική του μορφή με μεγάλη επιτυχία. Δυστυχώς όμως κατά τις εργασίες, αντικαταστάθηκε το παλαιό λίθινο τέμπλο από ένα καινούργιο μεγαλύτερου ύψους. Τότε ήταν που ανεγέρθη και το σημερινό καμπαναριό βυζαντινής μορφής.. Η Μόσχα επωμίστηκε ολόκληρο το κόστος των εργασιών, το οποίο ανήλθε τελικά σε 14.995 δραχμές. 

Έκτοτε οι Αθηναίοι συνηθίζουν να αποκαλούν το ναό «Ρωσική Εκκλησία».

Κατά την διάρκεια των έργων, εντοπίστηκε αρχαία δεξαμενή υδραγωγείου, πέντε μέτρα κάτω από το δάπεδο του ναού.

Το 1950 μ.Χ. κατά την διενέργεια εργασιών αποχετευτικού δικτύου στην ευρύτερη περιοχή, αποκαλύφθηκε πλησίον του ναού ένα ψηφιδωτό δάπεδο και δίπλα σε αυτό το νεκροταφείο του βυζαντινού Μοναστηριού.

Τέλος αξίζει να αναφερθεί ή ύπαρξη υπογείων στοών, που έχουν ως είσοδό ένα κλεισμένο με κιγκλιδώματα φρέαρ στο πλάι της εκκλησίας.

Ή Σωτήρα του Λυκοδήμου αποτελεί το αρχαιότερο και το πιστότερο αντίγραφο μικρότερων κατά ¼ διαστάσεων του καθολικού τής μονής του Όσιου Λουκά στην Βοιωτία. 

Η κουφική διακόσμηση (διακοσμητικά στοιχεία που μιμούνται την παλαιά αραβική γραφή στην οποία γράφτηκε για πρώτη φορά το Κοράνι, στην πόλη Κούφα του σημερινού Ιράκ) είναι εμφυτευμένη στους τοίχους, σε μικρές κεραμικές πλάκες.

Το κωδωνοστάσιο ανεγέρθη το 1845 μ.Χ. από τον Τσάρο Αλέξανδρο τον Β΄ της Ρωσίας κατά τα πρότυπα των βυζαντινών καμπαναριών. Για την καλύτερη ενοποίησή καμπαναριού με το ναό προστέθηκε γύρω από αυτό κουφική ζωφόρος αντίστοιχης της εκκλησίας.

Αγία Τριάδα (Σώτειρα του Λυκοδήμου)

Πηγές:
1. Βυζαντινές εκκλησίες της Αθήνας. Σοφία Ν. Σφυρόερα. Εκδόσεις Πεδίο αποκλειστικά για την εφημερίδα "Κιβωτός της Ορθοδοξίας"
2. Βυζαντικός Περίπατος στην Αθήνα μας (www.byzantineathens.com)